- γραμμογράφηση
- η1. χάραξη γραμμών με ειδικό μηχάνημα πάνω σε φύλλα χαρτιού.2. σχηματική απεικόνιση με γραμμές: Οι σχεδιαστές ασχολούνται συνεχώς με γραμμογραφήσεις.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.